Τσιμάρας Τζανάτος, Η Δεσποινίς Δυστυχία
Ένας άνθρωπος. Κάπου στον Κόσμο. Η ζωή του χωρίς κάτι ιδιαίτερο. Σαν να μην υπάρχει. Αόρατη ζωή. Χωρίς συναισθήματα. Φανερά. Διαχειρίζεται πληροφορίες. Από όλο τον Κόσμο. Ενδιάμεσος ο ίδιος, του Κόσμου. Να τον καταγράφει και να τον φανερώνει. Να μην είναι αόρατος. Ο Κόσμος. Και μια γυναίκα. Αλλόκοτη. Εισβάλλει στη ζωή του και στη ζωή των άλλων γύρω του. Σαν θάλασσα. Που πλημμυρίζει ό,τι σταθερό. Ανατρέποντας τα πάντα. Τη λένε: Δυστυχία. Δεσποινίς Δυστυχία. Όλα θα μπερδευτούν στο πέρασμά της. Παρόν, μέλλον, παρελθόν. Άνθρωποι. Ζωές. Μνήμες. Το αντιλαμβάνονται όλοι. Το βιώνουν. Ως παθόντες αλλά και αυτόπτες μάρτυρες. Μιας παραδοξότητας. Και το αφηγούνται. Σαν χρονικό. Σαν Χορός που μπαίνει στο κοίλον. Αλλά και σαν Αγγελιοφόροι τραγωδίας. Αυτοί είναι τα επτά (7) πρόσωπα-προσωπεία του έργου
Ο ΑΝΤΡΑΣ Α, ο ΑΝΤΡΑΣ Β, η ΓΥΝΑΙΚΑ Α (και ως ΓΙΑΓΙΑ), η ΓΥΝΑΙΚΑ Β (και ως ΜΗΤΕΡΑ), ο Χ ως κεντρικός άξονας του έργου, ο Ψ (ένα εκτός χρόνου alter ego του Χ σχεδόν βουβό – χωρίς ηλικία ή και φύλο), και η Δυστυχία. Η Δεσποινίς Δυστυχία. Μια γυναίκα που αφήνει τα ίχνη της σε ό,τι αγγίζει. Ή που ανακαλεί ίχνη. Από παλιές πληγές. Που η ίδια προκάλεσε. Ή κάποιος σαν και αυτήν…
Χ: Γεννήθηκα με δύο ερπετά μέσα μου. Κανείς δεν το είχε καταλάβει. Κανείς δεν το ήξερε. Και κυρίως εγώ, το αγνoούσα. Σαν μία διά βίου εγκυμοσύνη τα έφερα. Μεγάλωνα εγώ, μεγάλωναν κι εκείνα. Μαζί αλλά και χωρισμένοι ταυτόχρονα οι τρεις μας. Άργησα να καταλάβω ότι εγώ και αυτά δεν ήμασταν ένα. Εγώ ήμουν και αυτά – αλλά κι από μόνα τους υπήρχαν. Είχαν δική τους ζωή. Αν και στη ζωή μου. Αισθανόμουν φτερουγίσματα μέσα μου και ταραχές. Στην αρχή τα δικαιολογούσα πως κάτι έφαγα. Μετά έμαθα να τα προσπερνάω: αφού ό,τι έχουμε θεωρούμε οτι από πάντα υπήρχε. Όμως αναγκάστηκα να τα ονομάσω. Από τα συμπτώματα βγαίνουν οι ονομασίες. Πώς λέμε το θάνατο, θάνατο. Τον έρωτα, έρωτα. Τη ζωή, ζωή. Συμπτώματα που γίνανε λέξεις όλα….[…]
Ακόμα θυμάμαι τη γιαγιά μες στο σκοτάδι να με ξυπνάει και να με ντύνει. Δείχνοντάς μου να κάνω ησυχία. Φορούσε ένα κατακόκκινο κραγιόν στο στόμα. Σχεδόν πασαλειμμένη. Γρήγορα… έβρεξε έρωτες όλη νύχτα. Πλημμύρισε το σπίτι σαλιγκάρια φιλιά… μου είπε. Την είδα να τα μαζεύει από τους τοίχους. Χιλιάδες σαλιγκάρια φιλιά να περπατάνε στους \ τοίχους. Κι εκείνη να μου τα δίνει. Ένα ένα. Κι εγώ να προσπαθώ να αποφύγω το ασημένιο σάλιο τους. Ακόμα ανατριχιάζει η μνήμη μου. Τα αφήσαμε στο νεροχύτη με ένα σημείωμα στη μάνα μου. Που μου υπαγόρευσε με αυστηρότητα: Αγόρασε ένα κιλό κρεμμυδάκια λήθης και ετοίμασέ τα για το μεσημέρι. Ξεκινάω συναισθηματική δίαιτα και πρέπει να ξεχάσω…
Μετά φύγαμε. Θυμάμαι μόνο τη θάλασσα. Που φτάσαμε. Και τον ήχο από το ξύλινο πόδι της στις σανίδες της προβλήτας. Από το πόδι που είχε χάσει πέφτοντας στις ρόδες ενός αυτοκινήτου. Επειδή την εγκατέλειψε ο παππούς μου. Αλήθεια; Ψέματα; Αυτό άκουγα να ψιθυρίζουν. Πως είχε συμβεί. Τίποτα άλλο δεν θυμάμαι. Και το νερό να μας τυλίγει. Καθώς πέφταμε. Ή είχαμε γλιστρήσει; Εμένα με βρήκαν στην παραλία. Να κάθομαι βρεγμένος. Και τρέμοντας. Πέσαμε στα ρηχά; Κολύμπησα; Δεν ήξερα να πω. Μόνο που με βρήκαν θυμάμαι. Και που δεν βρήκαν τη γιαγιά μου. Μόνο μήνες μετά, στη Θεσσαλονίκη, η θάλασσα ξέβρασε ένα κήτος. Και μέσα του, στο στομάχι του, το πτώμα της γιαγιάς μου. Τότε η μάνα μου έβγαλε αυτόν τον απόκοσμο ήχο. Όταν της είπαν στο τηλέφωνο για τη γιαγιά μου. Και μάνα της. Σαν να έβλεπε σε όραμα το τέλος του κόσμου. Τον ίδιο ήχο. Ακριβώς. Που άκουγα και τώρα. Την είδα να στέκεται με απλωμένο το χέρι. Και να δείχνει. Την τηλεόραση. Με το δάκτυλο. Όπως όταν δεν έχουμε λέξεις να πούμε. Όταν κάτι μας
ξεπερνάει. Μόνο να δείξεις μπορείς. Ή. Να λουφάξεις. Από τρόμο. Τίποτα δεν με ξάφνιαζε πια. Όλα μπορούσαν να συμβούν. Ακόμα και αυτό που είδα στα πλάνα του έκτακτου δελτίου Τα ερείπια της σωριασμένης πολυκατοικίας που έμενα. Σαν ένα βουνό από αλάτι. Και από κάτω τον σκελετό ενός τεράστιου πλοίου να ξεπροβάλλει. Από το πουθενά. Η Κιβωτός! ψέλλισε η μάνα μου. Ο Μεγάλος Κατακλυσμός… Μπορεί. Σκέφτηκα. Αφού ο κόσμος δεν ήταν πια αυτός που ήξερα.
καὶ ἐπεκράτει τὸ ὕδωρ καὶ ἐπληθύνετο σφόδρα ἐπὶ τῆς γῆς, καί ἐπεφέρετο ἡ κιβωτὸς ἐπάνω τοῦ ὕδατος.
Σκηνοθετική επιμέλεια: Άσπα Τομπούλη
Βοηθός σκηνοθέτη: Νάνσυ Τρικαλίτη
Συνθέσεις ήχων: Δημήτρης Ιατρόπουλος
Επιμέλεια κίνησης: Νατάσα Παπαμιχαήλ
Ερμηνεύουν: Ιωάννα Αγγελίδη, Αλέξανδρος Αμερικάνος, Kάτια Ιωαννίδου, Λεωνίδας Μαράκης, Υβόνη Μαλτέζου, Σοφία Σεϊρλή, Στράτος Τζώρζογλου
Παίζει βιολοντσέλο η μουσικός Ίρινα Δημάκη
Φωτογραφίες: Παύλος Μαυρίδης