Βασίλης Κατσικονούρης, Η φανέλα

ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ: Εγώ αυτά είχα να σου πω, Δημήτρη μου. Μπουτίκ τέλος. Σε λίγους μήνες από τώρα μπαίνουνε μέσα. Παλέψαμε, αγωνιστήκαμε, ιδρώσαμε… Ντύσαμε τη μισή Αθήνα, και την πιο καλή Αθήνα μάλιστα, αλλά τώρα… Τι τώρα δηλαδή, από καιρό. Μας έφαγε το πρεταπορτέ το εισαγόμενο, βλέπεις.
(Παύση.)
Θα μου πεις, τι σ’ τα λέω όλα αυτά… Αυτό να μου πεις, σε νοιάζει; Αλλά έτσι στα λέω, να ξέρεις κι εσύ. Η ζωή δεν είναι μόνο ντρίγκι ντρίγκι η κιθάρα και καφέδες και μπύρες, Δημητράκη. Εσύ εκεί έχεις μείνει.
(Κατεβάζει ένα ένα τα δάχτυλα του χεριού.)
Από δουλειά, όποτε έχεις ανάγκη. Από δεσμό, έξι χρόνια η Άρτεμις – ούτε μπρος, ούτε πίσω. Από αυτοκίνητο, το Ζάσταβα του πατέρα σου, που όλο το φτιάχνεις κι όλο δε φτιάχνεται. Κι όσο για την κιθάρα… Εκεί τουλάχιστον που θα μπορούσες να κάνεις κάτι, κάθεσαι και παίζεις να σ’ακούει μόνο ο Γιωργάκης κι ο άλλος ο χασομέρης, ο πατέρας σου. Τι να πω; Στην ηλικία σου ο γαμπρός σου, ο Τάκης, είχε μπει κιόλας στου Κωστόπουλου, στα μέσα και στα έξω είναι στη Γιουροκόμ τώρα. Και να τ’ αυτοκίνητα, να τα σπίτια, να τα ταξίδια στο εξωτερικό. Τυχερή η Σοφία μας, τυχερή…
(Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ χαμογελάει και κουνάει το κεφάλι.)
Ναι, κούνα το, κούνα το. Αυτό το ξεροκέφαλο θα σε φάει. Που σε παίρνει ο Παπαβασιλείου τηλέφωνο να παίξεις μαζί του και τον διαολοστέλνεις τον άνθρωπο, ναι, σ’ άκουσα εγώ στο τηλέφωνο που του έλεγες να σ’ αφήσει ήσυχο. Είμαστε βεντέτες εμείς, βλέπεις… Ντίβες!
(Παύση.)
Και τόσοι άλλοι που σε ζητήσανε… Αλλά εσύ εκεί: Μόνος σου. Μόνος σου να παίζεις με τις ώρες συνέχεια σαν τρελός, δίχως αρχή, δίχως τέλος. Λες και δεν υπάρχουν άλλοι να παίξεις μαζί τους, να βγάλεις δυο δεκάρες να βοηθήσεις κι εσύ. Τον εαυτό σου να βοηθήσεις δηλαδή, πού θα πάει αυτή η κατάσταση, έτσι νομίζεις θα είσαι μια ζωή;
(Παύση.)
Εμείς, το ξέρεις, άλλα θέλαμε για σένα – εγώ δηλαδή, ο πατέρας σου μια ζωή αγρόν… Να σπουδάσεις, να έχεις μια δουλειά καλή, σταθερή… Αλλά αφού εσύ θέλεις μόνο την κιθάρα, εντάξει την κιθάρα, τι να κάνουμε; Μουσικός επαγγελματίας, γιατί όχι; Τόσοι και τόσοι… Και να τώρα, τώρα που είναι μια ανάγκη να βοηθούσες κι εσύ λίγο… Δεν πειράζει όμως, δεν πειράζει, εσύ να είσαι καλά, Δημήτρη μου, μαθημένη είμαι εγώ, μια ζωή βοήθεια από πουθενά, ο πατέρας σου στον κόσμο του, εσύ στο δικό σου…
(Παύση.)
Αναγκάστηκα και ζήτησα της Σοφίας να μιλήσει του Τάκη. Καταλαβαίνεις, για τίποτα δανεικά… Και ξέρεις τι γυρίζει και της λέει, ξέρεις; «Ο Δημητράκης; Τι κάνει ο Δημητράκης;», ε; Τι να πει κι η Σοφία, τι να πει η κοπέλα; Ότι κι ο Δημήτρης αγρόν; Πήγαμε κι εκτεθήκαμε και στον άνθρωπο. Θα μου πεις, ξένος δεν είναι, αλλά, όπως και να το κάνουμε, ούτε κι αίμα δικό μας. Αλλά ευτυχώς, ο Τάκης δεν τα κοιτάει αυτά.
(Παύση.)
Και σε παρακαλώ πολύ να με ακούσεις τώρα προσεχτικά: Ο Κωστόπουλος… ναι, αυτός που έχει τη Γιουροκόμ, του μίλησε ο Τάκης, και του λέει ο Κωστόπουλος (επαναλαμβάνει
βιαστικά), αυτός που’ χει τη Γιουροκόμ, δηλαδή, Τάκη μου, ό,τι ώρα θέλει να ’ρθει το παιδί να δουλέψει σ’ εμάς, Τάκη μου. Και μη με κοιτάς έτσι, μην ανησυχείς, δεν πρόκειται να σε κλείσουμε σε κάνα γραφείο εσένα, μη φοβάσαι, μήπως ξέρεις να κάνεις και τίποτα; …Εκεί, σ’ αυτό που ξέρεις θα σε βάλουμε. Κιθάρα ξέρεις; Κιθάρα θα παίζεις. Γιατί ο Κωστόπουλος έχει απ’ όλα εκτός από την εταιρεία. Και κανάλια έχει, κι εφημερίδες, και θυγατρικές, και καράβια έχει, και ομάδες, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις… Και κέντρα νυχτερινά έχει… Τι να κάνουμε; καλά ήταν να πήγαινες στον Παπαβασιλείου, που είναι και ποιοτικός που λένε, να έπαιζες, δεν ήθελες. Τώρα, σε παρακαλώ πολύ να σκεφτείς λογικά κι εσύ, εμείς ό,τι μπορέσαμε κάναμε, σας μεγαλώσαμε σωστά, νομίζω, σας φροντίσαμε να μη σας λείψει τίποτα, τώρα καιρός να σκεφτείς και ν’ αναλάβεις τις ευθύνες σου κι εσύ αυτή τη δύσκολη στιγμή.
(Παύση.)
Κρίμα δεν είναι, βρε Δημήτρη μου, η μπουτίκ; Η μπουτίκ μας τη μισή Αθήνα έντυσε, και την πιο καλή Αθήνα μάλιστα, την πιο κοσμική.
(Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ δυσανασχετεί.

Σκηνοθετική επιμέλεια: Νίκος Διαμαντής
Ερμηνεύουν: Δήμητρα Χατούπη, Μιχάλης Μητρούσης, Κώστας Βασαρδάνης, Λουκία Μιχαλοπούλου, Μάνος Καρατζογιάννης.
Τις σκηνικές οδηγίες διαβάζει ο συγγραφέας

Μοιραστείτε τη δημοσίευση