Γιαχαλή Κωνσταντίνα
Η Κωνσταντίνα Γιαχαλή γεννήθηκε στην Πάτρα το 1972. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, στο Τμήμα Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ και στη Θεολογική Σχολή Αθηνών. Εργάζεται ως σεναριογράφος στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο (Κι όμως είμαι ακόμα εδώ, Ζακέτα να πάρεις, Για πάντα παιδιά, Μην αρχίζεις τη μουρμούρα, Λίτσα.com, Εφτά θανάσιμες πεθερές, Ζητείται ψεύτης κ.ά.).
Το θεατρικό της Τι θα κάνουμε με τον Αντώνη; βραβεύτηκεστους Θεατρικούς Αγώνες Νέων Δημιουργών (2004).
Έχει συνεργαστεί στις παραστάσεις: Παγωτό μες στον χειμώνα, Η Πηνελόπη Δέλτα συναντάει τον Μάγκα και Στέλιος Καζαντζίδης, Η ζωή μου όλη.
Ο μονόλογός της Γκρέτα έλαβε Έπαινο στα Κρατικά Βραβεία Θεατρικού Έργου 2018.
Το μυθιστόρημά της Ποτέ δεν ξέρεις και η Γκρέτα κυκλοφορούν από τις εκδ. Αρμός.
Ερωτήσεις & Απαντήσεις
⦁ Η Γραφή. Πως ανακαλύψατε ότι σας ενδιαφέρει και ποια είναι η διαδρομή που ακολουθήσατε;
Στην Δ Δημοτικού, άρχισα να διαβάζω λογοτεχνία, κάπου εκεί άρχισε να με ενδιαφέρει και το γράψιμο. Στην Στ Δημοτικού, η δασκάλα μας έβαλε την κλασική έκθεση «Η ανθισμένη αμυγδαλιά», μου φάνηκε βαρετό να γράψω πάλι για την πρόωρη άνθηση κι έγραψα μια ιστορία μόνο με διαλόγους, με τα άλλα δέντρα που την ζηλεύουν, την κουτσομπολεύουν κι όταν χάνει τα άνθη της την συμπονούν και μετανιώνουν που δεν της φέρθηκαν καλά. Η δασκάλα μου με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να γίνω συγγραφέας και της είπα «όχι». Το ίδιο είπα και στον φιλόλογό μου στην Α Λυκείου όταν κέρδισα με ένα διήγημα, έναν λογοτεχνικό διαγωνισμό των Λυκείων της Αχαϊας. Γιατί ναι μεν με ενδιέφερε το γράψιμο, αλλά δεν τα κατάφερνα όπως ήθελα, όποια απόπειρα έκανα για να γράψω μυθοπλασία αποτύχαινε στις περιγραφές. Δεν ήταν καλές και τις παράταγα γρήγορα και πήγαινα στον διάλογο. Όταν ανακάλυψα τα θεατρικά και τα σενάρια, η αδυναμία μου στις περιγραφές και η τάση μου στον διάλογο μου βγήκαν σε καλό. Πέρασαν πολλά χρόνια απ’ το σχολείο μέχρι να αρχίσω να γράφω συστηματικά κι όσο πιο πολύ ανακάλυπτα το γράψιμο, τόσο μεγάλωνε και το ενδιαφέρον. Απ’ το θεατρικό έργο, στο τηλεοπτικό και κινηματογραφικό σενάριο, στο διήγημα και το μυθιστόρημα. Η διαδρομή δεν τελειώνει όσο μαθαίνεις την τέχνη σου. Κι έχεις πάντα να μάθεις και να ανακαλύψεις.
⦁ Το πρώτο κείμενο. Πως γράψατε και κάτω από ποιες συνθήκες το πρώτο σας θεατρικό έργο;
Μετά από μια αποτυχημένη οντισιόν, καταλήξαμε με φίλες σε ένα μαγαζί στου Ψυρρή να παρηγορηθούμε με τσίπουρα. Η Βένια Σταυροπούλου, φίλη και συμφοιτήτρια στην Δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, με παρακίνησε να γράψω ένα θεατρικό, γιατί στην σχολή οι καθηγητές έλεγαν πως έχω ατάκα για κωμωδία. Ξεκίνησα σαν παιχνίδι, έγραφα, έσβηνα, έβαζα, έβγαζα. Το πρωί έγραφα και το απόγευμα τα διάβαζα σε έναν φίλο στην βάρδιά μας, στο καφέ που δουλεύαμε. Κράταγα τα αστεία που τον έκαναν να γελάει και πέταγα τα υπόλοιπα. Όταν τελείωσε το έργο (έτσι νόμιζα) το έδωσα να το διαβάσει ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης που μου είπε (και τον ευχαριστώ για το πολύτιμο μάθημα) «Πολύ ωραίο! Τι γίνεται στο τέλος;». Το ξαναέπιασα κι ανακάλυψα το rewriting, που είναι η πραγματική δουλειά. Άρχισα να το σκαλίζω πιο προσεκτικά, να το κεντάω και να το στολίζω χωρίς βιασύνη κι έτσι γράφτηκε το «Τι θα κάνουμε με τον Αντώνη;». Όταν τελείωσε, μια φίλη μού είπε να το στείλω στους Θεατρικούς Αγώνες Νέων Δημιουργών που έγιναν στο Studio Ιλίσια το 2004. Βραβεύτηκε με Βραβείο Κειμένου και Β Γυναικείου Ρόλου κι ανέβηκε στο Θέατρο Κιβωτός. Συμπέρασμα: αν δεν ήταν οι φίλοι και οι καθηγητές μου δεν ξέρω αν θα καθόμουν ποτέ να γράψω. Τους χρωστάω την αρχή μου.
⦁ Η καθημερινότητα. Πως εγγράφεται το συγγραφικό σας έργο στους ρυθμούς της καθημερινής ζωής σας, προσωπικής / επαγγελματικής;
Εργάζομαι ως σεναριογράφος στην τηλεόραση, οπότε το γράψιμο είναι στην καθημερινότητά μου. Γράφω απ’ τις 8 που φεύγουν τα παιδιά για το σχολείο ως τις 3 που πάω να τα πάρω. Καμιά φορά -αν πιέζει το deadline- γράφω και το απόγευμα ή αργά το βράδυ ή τα Σαββατοκύριακα. Το ίδιο πρόγραμμα κρατάω κι όταν δεν δουλεύω σε κάποια σειρά ή ταινία και γράφω τα δικά μου. Απλά τότε κάνω πιο εύκολα απενοχοποιημένες κοπάνες. Και πάντα κρατάω μια δυο ώρες την μέρα για βιβλία, σειρές ή ταινίες. Αυτά μαζί με τις παραστάσεις είναι η μαθητεία μου και την χρειάζομαι. Κατά τα άλλα, πέρα από τα καλοκαίρια που γράφω σε beach bar και χάνω καμιά βουτιά με τα παιδιά, το γράψιμο είναι μια δουλειά όπως όλες οι άλλες. Plus bonus: σου δίνει ελευθερία επιλογής ωραρίου και τόπου.
⦁ Η «μεταφορά», η «σκηνική μεταγραφή» του έργου σας. Πως θα ορίζατε τη σχέση σας με τη σκηνική παρουσίαση των κειμένων σας;
Όταν γράφω, όπως όλοι μας, φαντάζομαι τον χώρο, τα σκηνικά, τους ηθοποιούς κλπ. Δεν γίνεται να γράφεις χωρίς να φαντάζεσαι εικόνες, ήχους, ανάσες, βλέμματα. Όταν το έργο τελειώνει, τελειώνει κι αυτό το κομμάτι. Έχω παίξει αρκετά κι έχω χαρεί, τώρα είναι ώρα να παίξουν και να χαρούν τα άλλα παιδάκια. Να διαβάσουν και να φανταστούν με την σειρά τους, να δημιουργήσουν, να ανακαλύψουν. Είναι σαν τα εργαστήρια ζωγραφικής στην Αναγέννηση, κάποιος κάνει το προσχέδιο κι όλοι μαζί τον πίνακα. Το έργο στο χαρτί είναι το προσχέδιο, η παράσταση είναι ο πίνακας. Αν έχεις εμπιστοσύνη σ’ αυτούς που θα ζωντανέψουν το έργο σου, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να τους αφήσεις να κάνουν την δουλειά τους και να μην μπλέκεις στα πόδια τους. Οκτώ φορές στις δέκα θα σε εκπλήξουν πολύ ευχάριστα με την φαντασία τους. Αν πάλι δεν σ’ αρέσει το αποτέλεσμα, τι να κάνουμε; Συμβαίνει. Το ξεχνάς και πας στο επόμενο. Οπότε μάλλον η σχέση μου είναι ελεύθερη κι ανέμελη. Δεν έχω προσδοκίες, μόνο την περιέργεια του «για να δούμε τι θα δούμε».
⦁ Συμφωνείτε ή διαφωνείτε ότι ερμηνεία και μετάφραση είναι συγκοινωνούσες όψεις της δουλειάς σας;
Ωραία ερώτηση. Θα συμφωνήσω. Όταν έδωσα την Γκρέτα να την διαβάσουν οι φίλοι μου, ο κάθε ένας μου έδινε και μια διαφορετική ερμηνεία του έργου κι ο φίλος που την μετέφρασε στα αγγλικά, έκανε μια εξαιρετική δουλειά, φώτισε κάποια σημεία πιο καθαρά, πιο όμορφα, πιο ταιριαστά. Μια φορά, σαν άσκηση, μετέφρασα ένα σενάριό μου και δουλεύοντας πάνω σε μια άλλη γλώσσα μου ήρθαν νέα αστεία, νέες ανατροπές, νέες ιδέες. Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι το μαγικό της τέχνης είναι πως ο καθένας την ερμηνεύει σύμφωνα με τον χαρακτήρα και τις εμπειρίες του και μπορεί να δώσει μια ερμηνεία που ούτε καν είχε περάσει απ’ το μυαλό σου. Κι αυτό το αλισβερίσι κάνει την μαγεία.
⦁ Ζούμε στην εποχή της ΑΙ και της τεχνολογίας. Πως επηρεάζει εσάς και πως κατά τη γνώμη σας επηρεάζεται η θεατρική πράξη;
Αν αύριο έρθει ένας εξωγήινος και ζητήσει από δέκα ανθρώπους να του περιγράψουν τον κόσμο, θα πάρει δέκα διαφορετικές εκδοχές του κόσμου. Το ΑΙ θα του δώσει μόνο μία. Απλή, καθαρή, ρεαλιστική. Το ΑΙ μπορεί να γράψει ό, τι θέλει. Και θα είναι σωστό. Θα του λείπει όμως η απελπισία. Η απώλεια και η αγωνία. Ο φόβος κι η ανασφάλεια. Τα λάθη και η εμπειρία. Η έλλειψη και τα όνειρα. Ίσως κάποτε προγραμματιστεί/ εξελιχθεί να τα νιώσει κι αυτά, αλλά αν γίνει κάτι τέτοιο η τεχνολογία θα το έχει τερματίσει και θα της βγάλω το καπέλο. Το ΑΙ μόνο θετικά με έχει επηρρεάσει κι είναι πολύ φίλος μου. Είναι η καλύτερη εποχή για να γράψεις. Δεν ξέρω πως κατάφερε να γράψει ο Τζόις τον Οδυσσέα με τόσα λατινικά, αποσπάσματα απ’ τις Γραφές, γνώσεις ιστορίας και θεολογίας χωρίς ΑΙ. (αστειεύομαι, ήταν ο Τζόις. Τελεία.) Τώρα μπορείς να ρωτήσεις το ChatGPT «Μπορείς να μου στείλεις ένα απόσπασμα απ’ την Κόλαση του Δάντη που να μιλάει η Βεατρίκη;» και να σου στείλει και την νεοελληνική απόδοση και το πρωτότυπο και ποιο Άσμα είναι και ποιοι στίχοι και να σου γλιτώσει άπειρο χρόνο ψαξίματος. Είναι ένα καταπληκτικό εργαλείο για την δουλειά σου, αλλά ο μάστορας είσαι εσύ. Παρόλο που είμαι ήδη – κι όσο περνάνε τα χρόνια θα γίνομαι χειρότερη- τεχνολογικά αναλφάβητη, δεν μπορώ να μη σκεφτώ πως αν ποτέ σπάσω και τα δυο μου χέρια, θα μπορώ να υπαγορέψω ένα έργο στον υπολογιστή κι αυτός να το γράψει σε δευτερόλεπτα. Και ευγνωμονώ τον Άλαν Τούρινγκ για αυτό. Να δώσω όμως στο ΑΙ ένα θέμα για να μου γράψει ένα έργο; Για ποιο λόγο; Για να μου στερήσει όλη την χαρά της αγωνίας να βρω την σωστή λέξη, φράση, χαρακτήρα και πλοκή; Η τεχνολογία (ακόμα) είναι λογική. Η τέχνη είναι (και) συναίσθημα, φαντασία, ανάγκη. Γράφεις, παίζεις, ζωγραφίζεις γιατί μόνο τότε είσαι/γίνεσαι καλά. Το ΑΙ είναι πάντα καλά. Δεν χρειάζεται την τέχνη. Όσο για την θεατρική πράξη αντέχει 2.500 χιλιάδες χρόνια. Δεν την φοβάμαι.
⦁ Πόλεμοι, οικολογική καταστροφή, οικονομικά προβλήματα και αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες. Υπεισέρχονται στη γραφή και το έργο σας?
Όσο μεγαλώνω, ναι, όλο και περισσότερο. Έχω απογοητευτεί. Νιώθω πως αποτύχαμε ως είδος, με όλα αυτά που γίνονται παγκόσμια και τα ανεχόμαστε σε ζωντανή μετάδοση. Δεν χάνω την ελπίδα μου γιατί έχω δυο παιδιά. Ντρέπομαι για τον κόσμο που θα κληρονομήσουν, αλλά εύχομαι να καταφέρουν να τα τουμπάρουν όλα και να μη μας βλαστημάνε. Το έργο που δουλεύω τώρα με ένα φίλο, έχει να κάνει με τις κοινωνικές κι εργατικές ανισότητες. Με ταλαιπωρεί καιρό και φοβάμαι πως μέχρι να το τελειώσουμε δεν θα είναι πια μυθοπλασία, αλλά ντοκιμαντέρ.
⦁ Ο Μύθος. Οι Μύθοι. Ποια η σχέση σας?
Ο Μύθος είναι η πιο δυνατή ιστορία που έφτιαξε ο άνθρωπος για να παρηγορηθεί.. Συμβολικός, διδακτικός, ιερός. Η πρώτη ισχυρή προσπάθεια του ανθρώπου να εξηγήσει τον κόσμο. Μύθος, Μύθοι, συλλογικό ασυνείδητο, φόβοι, υπαρξιακές αγωνίες, απωθήσεις, μετουσίσωση, υλικό για να ζήσεις, υλικό για να γράψεις. Υλικό για να ξεκλειδώσεις και να συνδεθείς. Αν πάρουμε τον Οιδίποδα, τον Σούπερμαν και τα Σαγόνια του Καρχαρία, θα βρούμε τον ίδιο Μύθο. Ο ξένος που σώζει την πόλη και τους κατοίκους από μια θανάσιμη απειλή. Φαντάζομαι καμιά φορά πως κι ο Μύθος της Πτώσης του Ανθρώπου, η εξορία απ’ τον Παράδεισο, έχει να κάνει με τους πρωτόγονους που μετανάστευσαν απ’ τον παράδεισο της Αφρικής με τα εντυπωσιακά ζώα και το αρχέγονο, αλλά μη εύκολα καλλιεργήσιμο τοπίο (έρημος, τροπικά δάση, βραχώδεις οροσειρές) στα μέρη που τα ποτάμια ήταν ήρεμα και το χώμα καταδεκτικό στο στάρι. Και κάποιος διηγήθηκε την ιστορία και κάποιος άλλος πρόσθεσε κάτι ακόμα και κάποιος άλλος έδωσε μια άλλη ερμηνεία και πάει λέγοντας μέχρι να γραφτεί η Γένεσις. Όσο διαβάζω και σκέφτομαι απομακρύνομαι απ’ τους Μύθους, όσο φαντάζομαι και γράφω πηγαίνω όλο και πιο κοντά. Όπως και να ‘χει, με γοητεύει η δύναμή τους.
⦁ Τι θα θέλατε να ξέρει για σας το κοινό; Τι αγαπάτε πολύ?
Δεν θέλω να ξέρει τίποτα. Ό, τι είναι να ξέρει υπάρχει μέσα στα έργα μου. Μια φίλη παραγωγός μου είχε πει «το γράψιμο είναι μεγάλος ρουφιάνος». Σ’ αποκαλύπτει, θες δεν θες. Αγαπάω πολύ τους ανθρώπους της ζωής μου και τις ιστορίες, να τις διαβάζω, να τις ακούω, να τις βλέπω, να τις γράφω, να τις ζω.