Η Πέννυ Μηλιά είναι ποιήτρια, συγγραφέας και performer από την Αθήνα. Έχει βραβευτεί από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών και την Ένωση Συγγραφέων – Λογοτεχνών Ευρώπης για την ποίησή της και από την Ένωση Σεναριογράφων Ελλάδας για το θεατρικό της έργο Ισπανικό καλοκαίρι (Κάπα Εκδοτική, 2019/παράσταση: Θέατρο Beep, 2019).

Το θεατρικό της έργο Η Αντιγόνη, οι ξένοι και η φωτιά διακρίθηκε στο Φεστιβάλ Σύγχρονων Ελληνικών Θεατρικών Έργων We are all Different στο Λονδίνο και το μονόπρακτό της Το παιχνίδι παρουσιάστηκε στο θεατρικό φεστιβάλ ΑΤΑΚΑ 2025. Η ποιητική της συλλογή «Μετά τη φωτιά/After the fire (Κάπα Εκδοτική, 2022), κυκλοφορεί με έργα επαυξημένης πραγματικότητας από την Άννα Μελή και το διήγημά της Από το δάσος στον συλλογικό τόμο Η φωνή της (εκδ. Καστανιώτης, 2023). Το βίντεο ποίημά της Οι Δύο προβλήθηκε σε φεστιβάλ κινηματογράφου.

Έχει συμμετάσχει σε συνέδρια και φεστιβάλ για την ποίηση, το θέατρο και την performance και σε παραστάσεις ως ηθοποιός/performer.

Ποιήματα και διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί σε συλλογικές εκδόσεις, αφιερώματα, περιοδικά και ιστοσελίδες.

www.pennymiliawriting.com

Ερωτήσεις & Απαντήσεις

Η Γραφή. Πως ανακαλύψατε ότι σας ενδιαφέρει και ποια είναι η διαδρομή που ακολουθήσατε; 

Στο Δημοτικό γράφοντας το πρώτο μου ποίημα συνειδητοποίησα ότι όσες γράφουν τα βιβλία, τις ιστορίες που με μάγευαν (πχ Ζωρζ Σαρρή, Αλκη Ζέη) δεν είναι κάποια μυθικά πλάσματα αλλά κανονικοί άνθρωποι σαν κι εμένα. Αλλά και νωρίτερα, οργανώναμε αυτοσχέδιες παραστάσεις στην πίσω αυλή. Ούτε που θυμάμαι τι αφορούσαν, μάλλον παραμύθια και αστεία ανέκδοτα δραματοποιημένα. Έπαιζα κιθάρα και έκανα μαθήματα χορού από πολύ μικρή και έτσι οι στίχοι, η ποίηση, η γραφή και το θέατρο ήταν πάντα αδιαίρετα, ο φυσικός μου χώρος, αρχικά ως ηθοποιός, και έπειτα συνειδητά ως ποιήτρια και θεατρική συγγραφέας. Ολοκληρώνοντας το διετές μεταφραστικό πρόγραμμα της Ελληνοαμερικάνικης Ένωσης, εμβάθυνα συστηματικά στη συγγραφή. Παρακολούθησα ένα κομβικό εργαστήριο Advanced poetry στο Arvon Foundation στην Σκωτία, και έπειτα στην Αθήνα με τον Στρατή Πασχάλη, στο Κέντρο ελληνικών σπουδών του Harvard στο Ναύπλιο με τον Στρατή Χαβιαρά, και άλλα, και έτσι πήρα πολλά από αξιόλογους επαγγελματίες στην ποίηση, στην θεατρική γραφή, στο σενάριο κλπ.

Το πρώτο κείμενο. Πως γράψατε και κάτω από ποιες συνθήκες το πρώτο σας θεατρικό έργο;

Το θεατρικό έργο «Ισπανικό καλοκαίρι» γεννήθηκε σαν πρώτη ιδέα μέσα από μια μακροχρόνια μελέτη και εργασία που έκανα από προσωπικό ενδιαφέρον πάνω στην έννοια της επανάστασης, της εξέγερσης και του επαναστατημένου υποκειμένου. Με ενδιέφερε πάντα ο εξεγερμένος άνθρωπος, να εμβαθύνω στους λόγους και τις συνθήκες που οδηγούν κάποιο άτομο να επαναστατήσει σε διάφορα χρονικά και κοινωνικο-πολιτικά πλαίσια και η εξουσία, κυρίως όπως επιδρά στο άτομο και στις σχέσεις του με τους άλλους. Συνήθως το έναυσμα έρχεται από την επικαιρότητα, από υπαρκτά πρόσωπα και γεγονότα και από προσωπικά βιώματα. Προσπαθώ να εκθέτω, να χωρέσω μαζί με τις διαπιστώσεις μου -αναπόφευκτα-, και τη φυσική μου απορία, θαυμασμό, γοητεία και απογοήτευση για τους εξεγερμένους και τους ονειροπόλους, χωρίς αγιοποιήσεις ή αφορισμούς. Διακρίθηκε από την Ένωση Σεναριογράφων Ελλάδος και 2 χρόνια αργότερα ανέβηκε στο θέατρο Μπιπ από νέο σκηνοθέτη και ηθοποιούς, εκδόθηκε από την Κάπα Εκδοτική με πρόλογο της σπουδαίας Κάτιας Γέρου και πήρε παράταση λόγω επιτυχίας.

Η καθημερινότητα. Πως εγγράφεται το συγγραφικό σας έργο στους ρυθμούς της καθημερινής ζωής σας, προσωπικής / επαγγελματικής;

Άλλοτε η γραφή με κυνηγάει πεινασμένη, άλλοτε την κυνηγώ εγώ, ως σπάνια πεταλούδα με την αποχή μου. Συνήθως συναντιόμαστε σχεδόν κάθε νύχτα, όπως οι παράνομοι εραστές, καθώς την ημέρα βιοπορίζομαι ως ψυχοθεραπεύτρια. Οι ιδέες, εικόνες, διάλογοι, εμπνεύσεις, λέξεις, στίχοι ακόμα και αν δεν εγγράφονται σε χαρτί ή αρχείο υπολογιστή, γράφονται και ξαναγράφονται στο μυαλό μου. Μπορεί να επωάζεται κάτι πολύ καιρό πρώτού καταγραφεί, έστω και στην πρώτη του ακατέργαστη μορφή. Συνήθως αντλώ έμπνευση από θέματα και πρόσωπα της επικαιρότητας και έτσι έχω σημειώματα παντού, στέλνω μειλ ή μηνύματα στον εαυτό μου και κάποια στιγμή όλα αυτά συναντιούνται και παίρνουν μορφή, γεννιούνται, άλλοτε ως ποίημα, θεατρικό έργο, σενάριο, περφορμανς.

Η «μεταφορά», η «σκηνική μεταγραφή» του έργου σας. Πως θα ορίζατε τη σχέση σας με τη σκηνική παρουσίαση των κειμένων σας;

Το έργο όταν κυοφορείται και γράφεται, γεννιέται έτοιμη παράσταση. Όπως το βιώνω εγώ τουλάχιστον. Δηλαδή συνήθως υπάρχουν τα πρόσωπα, οι φωνές, η δράση μέσα στο κεφάλι μου. Ακόμα και στην πεζογραφία ή και στην ποίηση, δεν είναι κάτι αφηρημένο: έχεις εικόνες, μυρωδιές, ήχους, βίωμα. Υπάρχει το σκηνικό, υπάρχουν οι χαρακτήρες, τα σώματα. Είναι μια ταινία, έχει υλικότητα. Κάποια θεατρικά έργα βέβαια, που συγγενεύουν πιο πολύ με την φιλοσοφία και βασίζονται περισσότερο στην γλώσσα και πραγματεύονται ξεκάθαρα στο προσκήνιο ιδέες, χωρίς μάσκες και προσωπεία, ίσως για τους συγγραφείς τους τα πρόσωπα, οι ήρωες ή οι φορείς τους να μην έχουν τόσο συγκεκριμένη αίσθηση και αισθητική. Για εμένα είναι όπως με το αγαπημένο μας βιβλίο:κάθε ανάγνωση και γραφή είναι, και δικαίως, ένα ανέβασμα, πόσω μάλλον οι διαφορετικές παραστάσεις, αποδόσεις, αναγνώσεις, αναλόγια των σκηνοθετών και ηθοποιών. Για εμένα, υπάρχει πάντα η αγωνία και ο ενθουσιασμός της πρώτης συνάντησης και όταν ευτυχήσει το έργο μου να ανέβει από σκηνοθέτη/ιδα με όραμα, συγκινούμαι βαθιά άσχετα με την υποκειμενικότητα του καλλιτεχνικού αποτελέσματος.

Συμφωνείτε ή διαφωνείτε ότι ερμηνεία και μετάφραση είναι συγκοινωνούσες όψεις της δουλειάς σας; 

Πολύ ενδιαφέρον ερώτημα. Εν συντομία, θα έλεγα ότι συμφωνώ. Η μετάφραση εμπεριέχει ερμηνεία ως έναν βαθμό και η ερμηνεία είναι και αυτή μια «μετάφραση». Χοντρικά, η «ερμηνεία» αφορά περισσότερο τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς και η «μετάφραση» τον μεταφραστή. Και τα δύο αφορούν εξίσου τον θεατρικό συγγραφέα νιώθω, με την πλάστιγγα της «ερμηνείας» να βαραίνει το πρώτο συνθετικό «θεατρικός» και τη μετάφραση το δεύτερο, το «συγγραφέας». Είναι πολύ σημαντικές όψεις για την αυθεντικότητα και την παραστασιμότητα και τελικά την ουσία της θεατρικής πράξης. Έρχεται στο νου μου βέβαια και αυτό που έλεγε ο ποιητής Αρσένι Ταρκόφσκι ότι «η ποίηση, όπως και κάθε είδους τέχνη, δεν μεταφράζεται» και είχε σχολιάσει η ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα ότι «Στον ποιητή τις πρώτες δύο στροφές τις δίνει ο Θεός, τις άλλες δυο τις βρίσκει ο ίδιος. Στον μεταφραστή τις πρώτες δυο στροφές τις δίνει ο ποιητής, οι άλλες δυο πηγάζουν από την έμπνευσή του».

Ζούμε στην εποχή της ΑΙ και της τεχνολογίας. Πως επηρεάζει εσάς και πως κατά τη γνώμη σας επηρεάζεται η θεατρική πράξη;

Για εμένα αφορά ένα νέο σχήμα και όχι τόσο το περιεχόμενο. Από την άλλη, το μέσο καθορίζει μεγάλο κομμάτι της εμπειρίας, έτσι δεν είναι; Αλλιώς είναι να ταξιδεύεις με ένα άλογο, αλλιώς με το αεροπλάνο, αλλιώς με τηλεμεταφορά- φαντάζομαι. Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι μια νέα δομική αλλαγή που θα επηρεάσει τα πάντα, όπως έκανε παλιότερα η βιομηχανική επανάσταση, η ανακάλυψη του αεροπλάνου, της τηλεόρασης, του κώδικα dna κλπ. Σε ότι με αφορά, σε σχέση με την τέχνη και τις εφαρμογές τεχνολογίας έχω απολαύσει την συνεργασία μου με την ψηφιακή καλλιτέχνιδα Δρ Άννα Μελή για τα έργα επαυξημένης πραγματικότητας στην ποιητική μου συλλογή «Μετά τη φωτιά» και με το Fournos Lab στην περφόρμανς «Into the words». Συγκεκριμένα την Τεχνητή Νοημοσύνη για την θεατρική γραφή την χρησιμοποιώ ως ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο αναζήτησης πληροφοριών σε ελάχιστο χρόνο, (αλλά αυτή την στιγμή η αξιοπιστία δεν είναι πολύ υψηλή, και πρέπει να διπλοτσεκάρω) και για εντυπωσιακά γρήγορη και ακριβή μετάφραση περιλήψεων αρχείων ή έργων για να δω αν περιέχουν αυτό που ψάχνω. Δεν ξέρω που μπορεί να φτάσει και ποιες ακόμα χρήσεις μπορεί να έχει στο μέλλον, και όπως όλα τα νέα εργαλεία, χρειάζονται ρυθμίσεις, νόμοι και κανόνες. Νομίζω ότι, όπως δεν θα αγόραζα ποτέ έναν πίνακα φτιαγμένο μαζικά για το σπίτι μου, έτσι και δεν με ενδιαφέρει να παράξω Τέχνη με αυτόν τον τρόπο.

Πόλεμοι, οικολογική καταστροφή, οικονομικά προβλήματα και αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες. Υπεισέρχονται στη γραφή και το έργο σας?
 
Φυσικά, και πολύ συνειδητά. Θα ήταν αφύσικο και ανακόλουθο να μην υπάρχει η κοινωνικό-πολιτική πραγματικότητα στο καλλιτεχνικό έργο οποιασδήποτε δημιουργού. Ακόμα και σκόπιμα να προσπαθήσει κάποιος, το θεωρώ ανέφικτο. Κανείς δεν δημιουργεί εν κενώ. Είμαστε προϊόντα της εποχής μας, των εργαλείων μας, των υλικών μας, της συλλογικής προόδου, της ψυχικής και πολιτικής γεωγραφίας μας. Ο δημιουργός δεν μπορεί πάρα να είναι ένα δρων, ζωντανό πρόσωπο, με ότι σημαίνει αυτό. Πως μπορεί να αφήσει την πραγματικότητα έξω από το έργο του όταν πασχίζει να είναι το πρόσωπο με τις πιο ευαίσθητες κεραίες, που λέει αυτά που πρέπει να ειπωθούν; Αν δεν γράφει για πράγματα που «καίνε»; Απλά να προσθέτει λέξεις πάνω σε λέξεις; Μου είναι αδιανόητο. Φυσικά θέλει προσοχή. Δεν είμαστε δημοσιογράφοι, ούτε πολιτικοί, ούτε ιερείς. Αλλά η λειτουργία της τέχνης είναι βαθιά πολιτική, ιερή και σε σχέση με τη αλήθεια και την πραγματικότητα. Και αν το έχουμε στο νου μας, συνήθως είναι εφικτό να αποφύγουμε τις κακοτοπιές των κλισέ και των στερεοτύπων.

Ο Μύθος. Οι Μύθοι. Ποια η σχέση σας? 

Λατρεύω τα παραμύθια και τη λαϊκή παράδοση, τη γλώσσα που αναβλύζει κοντά στις πήγες του Μύθου, της αφήγησης. Ειδικά το αρχαίο δράμα για μένα είναι κορυφαία Τέχνη γιατί φέρει από την φύση του πολλές τέχνες μαζί: την Ποίηση, την τέχνη του λόγου, τον Χορό και την κίνηση, τη Μουσική και το τραγούδι, την Ζωγραφική, τα σκηνικά και τα κουστούμια και την Φωτογραφία, τον φωτισμό. Μα πάνω από όλα γιατί εμπεριέχει από την μήτρα του, αρχέγονους πανανθρώπινους μύθους, διαχρονικά αρχέτυπα, ανθρωπότυπους και δράσεις, που διατηρούν το μυστήριο, το υπερβατικό και την τελετουργία και άφθονο αγέραστο υλικό για όνειρα και τέχνη. Η σχέση μου με την θεατρική γραφή ξεκίνησε από την υποκριτική, με την αδιανόητη διετή προετοιμασία προβών, μιας και έπρεπε να μάθουμε απ’ έξω, μελοποιημένους, πάνω από 1000 στίχους της «Ορέστειας» του Αισχύλου στο πρωτότυπο, ήτοι στα αρχαία ελληνικά! Αυτή ήταν η δική μου Δραματική σχολή και φυσικά ακόμα θυμάμαι κάποια χορικά. Είχαν προηγηθεί οι «Θεσμοφοριάζουσες» και οι «Τρωάδες» στα νέα ελληνικά- ευτυχώς. Δεν είναι παράξενο που μου φάνηκε φυσικό να μεταγράψω την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή στην σύγχρονη εποχή τηρουμένων των αναλογιών, αλλά αυτές οι αναλογίες ήταν τελικά η μεγαλύτερη πρόκληση. Γρήγορα κατάλαβα ότι η αρχική μου απόφαση να μείνω πιστή και στην ουσία και όχι μόνο στη μορφή και τα πρόσωπα του κορυφαίου αυτού έργου, απαιτούσε μεγάλες αλλαγές έτσι ώστε να έχει νόημα και καλλιτεχνική αξία στο σήμερα. Κι έτσι κατέφυγα ξανά στην αγέραστη πηγή του αρχέγονου μύθου που προϋπήρχε του Σοφοκλή και που χρησιμοποίησε και ο ίδιος για να γράψει την Αντιγόνη του. Διατήρησα την δομή και τα πρόσωπα αλλά πήρα το ρίσκο της επιθυμίας μου να μιλήσω για το σήμερα που μας καίει και να πάρω στοιχεία από τον παλαιότερο μύθο που με βοήθησαν να γράψω τελικά ένα τελείως δικό μου καινούργιο έργο.

Τι θα θέλατε να ξέρει για σας το κοινό; Τι αγαπάτε πολύ?
 
«Η Ποίηση (η Τέχνη κατ’ επεκταση) δεν ανήκει σ’ αυτούς που τη γράφουν, ανήκει σ’ εκείνους που την έχουν ανάγκη» λέει ο Πάμπλο Νερούντα. Δεν με απασχολεί να ξέρει κάτι για εμένα προσωπικά, ας είμαι και ο ανώνυμος δημιουργός των δημοτικών τραγουδιών. Θα ήθελα να του πουν κάτι τα έργα μου, να τους συν-κινήσουν, να κινηθούμε δηλαδή μαζί προς κάτι, να συν-δημιουργήσουμε μια εμπειρία, ένα βίωμα. Αν νιώσουν έστω και στο ελάχιστο, όπως νιώθω εγώ ως κοινό, για τα έργα και τις παραστάσεις που με έχουν συγκινήσει, το θεωρώ σημαντικό. Στην τέχνη αγαπώ το ξάφνιασμα και την πρωτοτυπία. Και τους δημιουργούς που παίρνουν αυτό το ρίσκο, να είναι αυθεντικοί.

Σημείωμα συγγραφέα

«H Αντιγόνη, οι ξένοι και η φωτιά» είναι το δεύτερο ολοκληρωμένο έργο μου που προχωράει την θεματική που ξεκίνησε με το πρώτο θεατρικό μου «Ισπανικό καλοκαίρι». Τι μορφές έχει η εξουσία στις διαπροσωπικές και τις κοινωνικές σχέσεις; Ποια η θέση του υποκειμένου; Πως αφυπνίζεται; Πως χειραφετείται; Πως δρα και αλληλεπιδρά με τους οικείους φορείς της εξουσίας; Ποιος μπορεί να είναι ο καθοριστικός παράγοντας της υπέρβασης και ποιος ο καταλύτης για το κάθε πρόσωπο; Εκκινώντας από το αρχέτυπο της επαναστατημένης Αντιγόνης του Σοφοκλή μεταφερμένης στο σήμερα, μελέτησα κυρίως από το αρχαίο κείμενο και γρήγορα κατάλαβα ότι η αρχική μου απόφαση να μείνω πιστή στην ουσία και όχι μόνο στη δομή του κορυφαίου αυτού έργου, θα με έβαζε σε μεγαλύτερες περιπέτειες από όσο είχα υπολογίσει. Ποια θα ήταν η Αντιγόνη σήμερα; Και ποιος ο απόλυτος εξουσιαστής της; Ο χορός; Οι σοφοί γέροντες, η κοινή γνώμη, το μέτρο; Εμείς; Ποιοι είμαστε; Τι σχέση έχει η σύγχρονη κοινωνία με την εξουσία και η σημερινή θέση της γυναίκας με αυτή που γράφτηκε το έργο; Τα ερωτήματα, κομβικά και ουσιαστικά, ξεπήδαγαν από μελέτη σε μελέτη, από ερεύνα σε έρευνα σε διάφορα γνωστικά πεδία, χωρίς τελειωμό. Τελικά συνοψίστηκαν σε ένα: Η επαναστατημένη Αντιγόνη μου σήμερα θα θανατωθεί; Πήρα το ρίσκο της επιθυμίας μου να μιλήσω για το σήμερα που μας καίει και τελικά γεννήθηκε ένα τελείως δικό μου καινούργιο έργο για την απώλεια, την αντίσταση στην εξουσία και τη δικαίωση.

*Τα ονόματα των ηρώων Homayun και Wakar αποτελούν φόρο τιμής στους πραγματικούς πρόσφυγες Hamayun Anwar, 18 ετών, και Wakar Ahmed, 33 ετών, από το Πακιστάν, οι οποίοι βρήκαν τραγικό θάνατο στην Αθήνα, ενώ προσπαθούσαν να απεγκλωβίσουν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι από τις γραμμές του τρένου στις 6 Απριλίου 2012. Λίγους μήνες μετά το θάνατό τους, η Ακαδημία Αθηνών τους απένειμε βραβείο για την αυτοθυσία τους.